Ομιλία του Υπουργού Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Δημήτρη Παπαστεργίου, στη Βουλή στη «συζήτηση επί της προτάσεως δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης, που υπέβαλαν οι Πρόεδροι των Κοινοβουλευτικών Ομάδων “ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΗΜΑ ΑΛΛΑΓΗΣ” Νικόλαος Ανδρουλάκης, “ΣΥΡΙΖΑ – ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ” Σωκράτης Φάμελλος, “ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ” Αλέξανδρος (Αλέξης) Χαρίτσης, “ΠΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ” Ζωή Κωνσταντοπούλου και οι Βουλευτές των Κοινοβουλευτικών τους Ομάδων, σύμφωνα με τα άρθρα 84 του Συντάγματος και 142 του Κανονισμού της Βουλής»
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
Συζητάμε σήμερα για την πρόταση δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης που ήρθε από κόμματα της αντιπολίτευσης.
Μια πρόταση δυσπιστίας που δίνει τη δυνατότητα πραγματικά να ανοίξουμε το διάλογο:
- για τη δημοκρατία και την ποιότητά της
- για το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών και τις ευθύνες που υπάρχουν
- για το ίδιο το κράτος μας και το πώς έχει δομηθεί όλα αυτά τα χρόνια.
Γιατί προφανώς το τι έγινε στα Τέμπη δεν έχει να κάνει με τη στιγμή. Δεν ήταν απλά άτυχοι οι 57 -ως επί το πλείστον- νέοι άνθρωποι που χάθηκαν εκείνο το βράδυ. Νέοι άνθρωποι με όνειρα για τη ζωή, που ούτε αυτοί ούτε οι συγγενείς τους θα καταφέρουν να τα δουν να υλοποιούνται.
Και εκτός αυτών, εκατοντάδες άλλοι που επέζησαν και θα κουβαλάνε για πάντα μαζί τους το βράδυ εκείνο, με εμφανή και αφανή τραύματα.
Τραυματισμένη, όμως, από το δυστύχημα των Τεμπών βγαίνει και η ίδια η χώρα.
Θα γυρίσω λίγο πίσω, το πρωί της 1ης Μαρτίου του 2023, όταν έγραφα -ως Δήμαρχος Τρικκαίων τότε- ότι «νιώθω ηττημένος και ως μηχανικός και ως ασχολούμενος με τα κοινά, γιατί δεν έχουμε καταφέρει ακόμη στη χώρα να φτιάξουμε υποδομές». Υποδομές τέτοιες που θα διασφαλίζουν πως οι μεταφορές μας θα είναι ασφαλείς.
Υποδομές που θα διασφάλιζαν στην οικογένεια Πλακιά από το χωριό της πεθεράς μου, το Καστράκι, ότι θα έβαζε τα παιδιά της στο τρένο, και εκείνα θα έφταναν στη Θεσσαλονίκη.
Υποδομές που θα έφερναν πίσω με ασφάλεια όλα τα παιδιά του Α΄ Λυκείου Φαρκαδόνας, πάλι στα μέρη μου, που το 2004 ξεκίνησαν για εκδρομή και 7 από αυτά δεν γύρισαν ποτέ πίσω, λόγω του τραγικού δυστυχήματος στο πέταλο του Μαλιακού.
Και εμείς, όλοι μας, γιατί η χώρα αυτή δεν έγινε κράτος πριν 4-5 χρόνια, αντί να σκύψουμε το κεφάλι και να προσπαθήσουμε περισσότερο, αναλωνόμαστε σε ένα ακραίο παιχνίδι εντυπώσεων σε σχέση με το ποιος μπορεί να φταίει περισσότερο ή λιγότερο.
Και ακόμη χειρότερα, πάμε υπογείως, σε μία πολύ ευαίσθητη περίοδο, να τορπιλίσουμε την ίδια τη δημοκρατία μας ακόμη και με υπόνοιες για το αποτέλεσμα των εκλογών.
Ευχόμαστε να έρθουν τρίτοι, από το εξωτερικό, να ρίξουν την Κυβέρνηση, αφού ο λαός δεν μας προτίμησε.
Πάμε να συνδέσουμε άσχετα μεταξύ τους πράγματα, όπως η κατακριτέα -θα συμφωνήσω- διαρροή πληροφοριών αποδήμων, με την επιστολική ψήφο και το κυριαρχικό δικαίωμα του πολίτη στην εκλογή.
Ποτίζουμε με τοξικότητα την κοινωνία, το άνθος όμως που αυτή θα βγάλει, δεν θα μας αρέσει καθόλου.
Θέλουμε να χτυπήσουμε τους πολιτικούς μας αντιπάλους, αλλά το κάνουμε με τέτοιο τρόπο που στην ουσία χτυπάμε το ίδιο μας το πολιτικό σύστημα, δίνοντας χώρο και κάνοντας αβάντες σε ακραίες φωνές και απόψεις.
Μην απορούμε μετά για τα φαινόμενα βίας που βλέπουμε να ξεφυτρώνουν καθημερινά γύρω μας, τις ακραίες συμπεριφορές, την αποστροφή των νέων από τα κοινά, τη φυγή τους στο εξωτερικό. Από το ίδιο σύστημα τοξικότητας τροφοδοτούνται όλα τα παραπάνω.
Αν μου έμαθε κάτι η θητεία μου 17 χρόνια στην Αυτοδιοίκηση, είναι πως είμαστε εικόνα της κοινωνίας και εκείνη, δική μας.
Ό,τι της δίνουμε, παίρνουμε.
Αν δώσουμε τοξικότητα, θα πάρουμε τοξικότητα, αν δώσουμε βία, θα πάρουμε βία, αν δώσουμε τουναντίον ενδιαφέρον και προσπάθεια, θα τα πάρουμε πίσω πολλαπλάσια. Και αν καταφέραμε ένα μικρό θαύμα στον Δήμο που υπηρέτησα την τελευταία δεκαετία, δεν το καταφέραμε μόνοι μας, αλλά και χάρη σε μία σοβαρή αντιπολίτευση, αλλά και μία κοινωνία που ήταν παντελώς απαλλαγμένη από τοξικές καταστάσεις.
Γιατί όλο αυτό το σκηνικό που δημιουργείται σήμερα, καθόλου δε βοηθά σε αυτό που η κοινωνία ζητά. Να πέσει δηλαδή φως στα αίτια του δυστυχήματος των Τεμπών. Να μάθουμε τι έγινε. Τι έγινε όλα αυτά τα δεκάδες χρόνια και δεν καταφέραμε να φτιάξουμε σοβαρές σιδηροδρομικές υποδομές, αλλά και τι έγινε εκείνο το μοιραίο βράδυ.
Και αυτό πρέπει να μας το πει η δικαιοσύνη.
Όσο όμως εμείς, μόνοι μας, δημιουργούμε ενόχους και κατηγορητήρια πριν η δικαιοσύνη μιλήσει, απλώς της προσθέτουμε ακόμη ένα πρόβλημα στα όσα έχει. Εκτός και αν ΔΕΝ εμπιστευόμαστε τη δικαιοσύνη και ΔΕΝ θεωρούμε πως μπορεί να κάνει ανεξάρτητα τη δουλειά της, οπότε οδηγούμαστε σε άλλες καταστάσεις, πιθανώς χωρίς γυρισμό. 28 Μαρτίου
Όσο όμως πιανόμαστε από συμβάντα ή εικασίες που ξεκάθαρα δεν αλλάζουν την πορεία των δικαστικών ερευνών, όπως το τι δημοσιεύτηκε σε κάποιο μέσο σε σχέση με τους διαλόγους της μοιραίας νύχτας και το ανάγουμε όχι απλά σε ένα πρωτοσέλιδο, αλλά σε αιτία ακόμη και για πρόταση δυσπιστίας κατά μιας δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης μηνών, τότε φοβάμαι πως απλά πυροβολούμε τα πόδια μας.
Γιατί δεν υπάρχει ο παραμικρός λόγος να «μοντάρει» κάποιος τους διαλόγους εκείνης της βραδιάς για να στοιχειοθετήσει το ανθρώπινο λάθος, όταν ο ίδιος ο σταθμάρχης το έχει ήδη παραδεχθεί. Δηλαδή τι άλλο υπήρχε στους διαλόγους και η Κυβέρνηση ήθελε να τους μοντάρει; Πήρε ο Υπουργός και είπε να φύγει το τρένο; Προφανώς και όχι!
Και για να μην παρεξηγηθώ. Ήταν μόνο ανθρώπινο λάθος; Επίσης… προφανώς και όχι.
Είναι πολλά.
Είναι και οι διαχρονικές παθογένειες της χώρας όλα αυτά τα χρόνια, τα δεκάδες χρόνια που δεν ολοκληρώσαμε υποδομές μεταφορών, όταν έπρεπε, όπως έπρεπε.
Είναι που συντηρήσαμε ένα πελατειακό κράτος, ανθρώπων ανίκανων να σηκώσουν το βάρος των θέσεων ευθύνης που είχαν. Και αυτό ας το θυμόμαστε όλοι όσοι αύριο θα κληθούμε να απαντήσουμε σε τηλέφωνα και μηνύματα του στυλ: Έλα, να τον βοηθήσουμε, είναι καλό παιδί.
Για το λόγο αυτό άλλωστε, η Κυβέρνησή μας ήταν αυτή που την 4ετία που πέρασε έκανε γενναίες μεταρρυθμίσεις, ήταν εκείνη που έφερε το νέο τρόπο διορισμού των διοικητών των νοσοκομείων και ξεκινά διαδικασίες για τις διοικήσεις των φορέων του Δημοσίου, στη θέση όσων προσωρινά έχουν τοποθετηθεί.
Ας γυρίσουμε όμως στις υποδομές….
Τα τελευταία 10 χρόνια, κάθε -μα κάθε- εβδομάδα πηγαινοέρχομαι στα Τρίκαλα, όπου είναι το σπίτι μου και ζει η οικογένειά μου. Και μπορεί τώρα η Ε65 να έχει κάνει το ταξίδι ασφαλές και πιο γρήγορο, δεν φεύγουν από το μυαλό μου όμως εικόνες πριν από 6-7 χρόνια όταν κατέβαινα κουρασμένος τις στροφές του Δομοκού με ομίχλη και νταλίκες μπροστά. Η Κυβέρνηση πίστεψε στο έργο αυτό και όχι μόνο σε λίγες μέρες ανοίγει και το νότιο τμήμα, αλλά με ταχύτατους ρυθμούς προχωρά και το έργο σύνδεσης με την Εγνατία. Την ίδια ώρα προχωρά επιτέλους το Πάτρα-Πύργος, το Μπράλος-Άμφισσα και έχουμε και προσωρινό ανάδοχο για τον ΒΟΑΚ.
Για αυτά λοιπόν πρέπει να μιλήσουμε. Για το πως θα φτιάξουμε ασφαλείς υποδομές, για το πώς σε αυτές τις υποδομές θα εργάζονται νέοι άνθρωποι με γνώση, υπευθυνότητα και αντικειμενικά προσόντα.
Δε βοηθάει, επίσης, καθόλου όλη αυτή η κουβέντα για τη σύμβαση 717. Και το λέω μετά λόγου γνώσης και ως ηλεκτρολόγος μηχανικός.
Γιατί η 717 χρηματοδότησε ένα σύστημα σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης. Τη σηματοδότηση, όμως, τη βλέπουν άνθρωποι. Και δυστυχώς εκείνο το βράδυ όλα πήγαν λάθος καθώς δεν τηρήθηκε ο Γενικός Κανονισμός Κυκλοφορίας. Παρότι απλοϊκή η προσέγγιση, είναι σα να περνάς με αυτοκίνητο από μία διασταύρωση στην οποία έχουν χαλάσει τα φανάρια και εσύ δεν σταματάς στο stop που ούτως ή άλλως υπάρχει. Γιατί ο Γενικός Κανονισμός Κυκλοφορίας είναι ο ΚΟΚ των τρένων.
Όταν όμως ένα μέσο μεταφέρει τόσες ψυχές, το θέμα είναι να μην μπορεί να γίνει το λάθος, να υπάρχουν τα συστήματα αυτά που ακόμη κι αν ο σταθμάρχης ή ο μηχανοδηγός δεν προσέξουν, πάθουν κάτι, να μη συμβεί το μοιραίο.
Και τα συστήματα αυτά είναι το ETCS, το σύστημα που αντιλαμβάνεται τις τροχιές των συρμών και αν χρειαστεί, τις σταματά αυτόματα, και GSM-R για τις επικοινωνίες, συστήματα που αποτελούν αντικείμενο άλλων συμβάσεων που έτρεξαν ή τρέχουν και δεν είχαν καμία σχέση με τη σύμβαση 717, το οικονομικό της αντικείμενο ή τον τρόπο και το χρόνο εκτέλεσής της,.
Και για να προλάβω αντιδράσεις του στυλ: «Μα καλά, δεν φταίει δηλαδή κανείς;» θα πω πως προφανώς και φταίει.
Αλλά αυτό θέλω να αφήσουμε να το πει η δικαιοσύνη.
Δεν θέλω να πω περισσότερα τεχνικά στοιχεία γιατί δεν είναι ούτε η ώρα, ούτε εγώ ο πλέον αρμόδιος. Το έκανε άλλωστε χθες λεπτομερώς ο Χρήστος Σταϊκούρας.
Τουναντίον θέλω να μιλήσω για αυτά τα οποία γίνονται και αλλάζουν τη χώρα, επουλώνοντας τις πληγές στο ζήτημα της εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας που οφείλουμε να δομούμε καθημερινά ανάμεσα στο κράτος και τους πολίτες.
Το καλοκαίρι, μετά τις μεγάλες φωτιές και τις πλημμύρες στον τόπο μου, τη Θεσσαλία, σχεδιάσαμε το νέο δορυφορικό μας πρόγραμμα, συνολικού προϋπολογισμού 200 εκ. ευρώ, με χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Επιλέξαμε να πάμε σε ένα σμήνος συνεργαζόμενων μικροδορυφόρων, που θα μπορούν να μας δίνουν συνεχώς πληροφορίες για φωτιές, πλημμύρες, έντονα καιρικά φαινόμενα, κλιματική κρίση, πολεοδομικά ζητήματα και άλλα. Και οι διαγωνισμοί ήδη τρέχουν. Ο πρώτος μάλιστα είναι πλέον σε φάση αξιολόγησης από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Διαστήματος.
Παράλληλα στηρίζουμε τη λειτουργία και αναβάθμιση του 112 μέσω της Κοινωνίας της Πληροφορίας.
Ολοκληρώνουμε την πλατφόρμα για τα ακαθάριστα οικόπεδα, σε συνεργασία πάντα με το Υπουργείο Πολιτικής Προστασίας, ενώ κατασκευάζουμε νέα πλατφόρμα για την καταγραφή των ζημιών, προκειμένου, στην επόμενη φυσική καταστροφή που εύχομαι να μην έρθει ποτέ, η όλη διαδικασία να γίνεται άμεσα και με πληροφόρηση του πληττόμενου, σε κάθε βήμα της.
Κλείνοντας….
Με απέραντο σεβασμό στον πόνο των οικογενειών που έχασαν δικούς τους ανθρώπους στα Τέμπη, θέλω να πω ότι δεν θα αφήσουμε να ξεχαστεί τίποτε, δεν θα αφήσουμε να συγκαλυφθεί το παραμικρό. Αυτό υποσχέθηκα και στην κα. Λάτα, την οποία προχθές συνάντησα στη Λάρισα.
Στο όνομα αυτών των παιδιών που χάθηκαν, οφείλουμε να τρέξουμε πιο γρήγορα.
Να θωρακίσουμε τη δικαιοσύνη αλλά και τη δημοκρατία μας.
Να προτάξουμε την αξιοσύνη των ανθρώπων που υπηρετούν σε κρίσιμες υποδομές και να περιορίσουμε τον κομματισμό, που καμία δουλειά δεν έχει να παρεισφρέει σε αυτά τα πεδία.
Να εργαστούμε ακόμη περισσότερο για να πείσουμε τους Έλληνες και τις Ελληνίδες πως… δεν ζουν από τύχη στη χώρα αυτή αλλά είναι τυχεροί επειδή ζουν στην Ελλάδα.
Και η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι η μόνη που μπορεί να εγγυηθεί μία πορεία προς το μέλλον με γνώση, ασφάλεια, χωρίς παλινωδίες και πισωγυρίσματα σαν και αυτά που ζήσαμε στο παρελθόν.
Συνεπώς πιστεύω ακράδαντα πως αυτή η πρόταση δυσπιστίας δεν μπορεί και δεν πρέπει να έχει καμία τύχη και σας καλώ να την καταψηφίσετε.